Δινουν τα κλειδια στους δανειστες.Με το γραφείο εσόδων διαλύουν επιχειρήσεις και οικογένειες.
Με τα φώτα της δημοσιότητας στραμμένα στην άγονη μάχη της τηλεόρασης, εξελίσσονται κοσμογονικές αλλαγές στο σώμα της οικονομίας, της κοινωνίας, της πολιτικής και των συμφερόντων βεβαίως…
Καταλυτική προς τούτο είναι η δράση εταίρων και δανειστών, οι οποίοι αφαιρούν συστηματικά ισχύ και εξουσία από την αμαρτωλή ελληνική κομματικοκρατία δημιουργώντας εστίες αυτονομίας και…ανεξαρτησίας από το ελλειμματικό εγχώριο πολιτικό σύστημα.
Τα μνημόνια και ιδιαιτέρως το τρίτο, που υπερψηφίστηκε κάτω από τις γνωστές συνθήκες, υπό την απειλή της εξόδου όχι μόνο από την ευρωζώνη αλλά και συνολικά από την Ευρωπαϊκή Ενωση, διαμορφώνουν συνθήκες εντελώς ξένες με τις ελληνικές πολιτικές παραδόσεις.
Ειδικά τους τελευταίους μήνες, με την ανοχή και την υποστήριξη κομμάτων και δυνάμεων που δοξάστηκαν στο όνομα της κατάργησης των μνημονίων, συντελείται μοναδική σε ένταση και έκταση διαρθρωτική μεταβολή, η οποία μπορεί να συγκριθεί μόνο με εκείνη του Εδουάρδου Λω αμέσως μετά τη χρεοκοπία του 1893 και του ατυχούς πολέμου του 1897.
Αυτή την ώρα το ελληνικό κομματικό σύστημα χάνει τον έλεγχο βασικών πυλώνων της οικονομίας και συγκεκριμένα τη διαχείριση της είσπραξης δημοσίων εσόδων και ασφαλιστικών εισφορών, τον έλεγχο των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, καθώς και τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, μέσω της οποίας θα εξελιχθεί προσεχώς βίαιη αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού χάρτη της χώρας.
Ηδη οι φορολογούμενοι αισθάνονται την απόλυτα πιεστική δράση της ανεξάρτητης πια Γενικής Γραμματείας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Οι επιτελείς του κ. Πιτσιλή εργάζονται βάσει συγκεκριμένων προτύπων και η διαδικασία επιβολής μέτρων είναι αυτοματοποιημένη στον μέγιστο βαθμό.
Μόλις μια οφειλή αναγνωριστεί από το ηλεκτρονικό σύστημα ως ληξιπρόθεσμη ενεργοποιούνται αυτόματα συγκεκριμένοι μηχανισμοί πίεσης, αρχικώς με ειδοποιήσεις και ακολούθως με κλήσεις ρύθμισης αυτών.
Η πίεση προς τους οφειλέτες πολλαπλασιάζεται όταν «πέσουν» οι ρυθμίσεις. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται πάλι αυτόματα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης αυτή τη φορά. Δεσμεύονται λογαριασμοί και περιουσιακά στοιχεία και οι οφειλέτες καλούνται προς επαναρρύθμιση των οφειλομένων.
Ακόμη και αν αποδεχθούν τη νέα ρύθμιση και πληρώσουν την πρώτη δόση, τα περιοριστικά μέτρα δεν αίρονται ως την αποπληρωμή του συνόλου των χρεών. Επιπλέον η Ανεξάρτητη Αρχή είσπραξης των εσόδων διατηρεί το δικαίωμα, στον βαθμό που εντοπίσει μη δεσμευμένους λογαριασμούς, να εισπράξει αυτόματα χωρίς διατυπώσεις τα οφειλόμενα.
Η αυτοματοποίηση της διαδικασίας διεκδίκησης και είσπραξης χρεών προς το Δημόσιο αποτρέπει μεν τις πολιτικές παρεμβάσεις αλλά καθιστά τον μηχανισμό είσπραξης σχεδόν τερατώδη, χωρίς κανένα στοιχείο ευαισθησίας, κοινωνικής ή άλλης.
Αντίστοιχο αυτοματοποιημένο σχήμα είσπραξης των εισφορών αυτή τη φορά συγκροτείται και από τα βασικά ασφαλιστικά ταμεία.
Η ανεξαρτησία της Γενικής Γραμματείας Εσόδων του υπουργείου Οικονομικών αλλά και η συγκρότηση αντίστοιχων μηχανισμών είσπραξης από τα Ταμεία αποτέλεσαν βασικά προαπαιτούμενα του τρίτου Μνημονίου και επιβλήθηκαν κατ’ απαίτηση πρωτίστως του άκαμπτου Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Οι παρενέργειες της μεγίστης αυτής μεταβολής είναι ήδη ορατές από μεγάλο αριθμό μικρών και μεγαλύτερων επιχειρήσεων, οι οποίες ζουν υπό τη δαμόκλειο σπάθη του βάρους των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, σε βάρος βεβαίως άλλων υποχρεώσεων και αυτής ακόμη της πληρωμής μισθών στους εργαζομένους. Είναι τέτοια η πίεση που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη «μαύρη οικονομία», όπως φανερώνει και η δυστοκία αύξησης των εσόδων του κράτους, παρά τη γιγαντώδη αύξηση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών. Η τραγική ειρωνεία είναι ότι τα εργαλεία αναγκαστικής είσπραξης χρεών επιβλήθηκαν αδιακρίτως και η εξουσία μεταβιβάστηκε στους «φορατζήδες» στις μέρες της αριστερής διακυβέρνησης, ηγετικοί παράγοντες της οποίας κατηγορούσαν μέχρι πρότινος τους αντιπάλους τους ως ενδοτικούς και γερμανοντυμένους.
Ωστόσο δεν είναι το μόνο πεδίο παράδοσης εξουσίας. Το αυτό συνέβη με την απώλεια οποιουδήποτε ελέγχου στο τραπεζικό σύστημα. Με τη συνθηκολόγηση Τσίπρα πέρυσι το καλοκαίρι και τη δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών το κράτος απώλεσε την πλειοψηφία στις τράπεζες και το ποσοστό του κατέστη μειοψηφικό. Σήμερα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ανήκει στους Ευρωπαίους και σε διεθνή επενδυτικά σχήματα τα οποία δεν ορρωδούν προ ουδενός.
Οι υπερδανεισμένες ελληνικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζονται ως ευτελή προς παράδοση σχήματα και οι δημιουργοί μέτοχοί τους ως άλλα μιάσματα. Μόλις περάσει η νέα νομοθεσία διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων, οι πλειστηριασμοί θα έλθουν στην ημερησία διάταξη, οι εκποιήσεις επιχειρήσεων θα αυτοματοποιηθούν και η αντικατάσταση ιδιοκτητών θα επιβάλλεται χωρίς πολλά-πολλά και μόνο με τον χαρακτηρισμό από την τράπεζα του οφειλέτη ως μη συνεργάσιμου.
Η αναδιάταξη οικονομικών δυνάμεων και συμφερόντων θα γίνει με τους όρους των ξένων επενδυτών – κερδοσκόπων κατά βάση – χωρίς καμία αίσθηση ιστορικότητας, συνεισφοράς ή γενικότερης αξίας παρά μόνο στο όνομα δήθεν της βιωσιμότητας την οποία θα κρίνουν εκβιαζόμενοι, υποταγμένοι και διαγκωνιζόμενοι για την «αργυρή» καρέκλα τους τραπεζοϋπάλληλοι.
Ο τρίτος πυλώνας πολιτικής εξουσίας που παραδίδεται σχεδόν αμαχητί είναι αυτός των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών. Με τη δημιουργία του Υπερταμείου αποκρατικοποιήσεων και τη συγκρότηση μεικτού διοικητικού συμβουλίου, αποτελουμένου από Ελληνες και ξένους – με δυνατότητα βέτο στους δεύτερους -, οι κρατικές μέχρι πρότινος δημόσιες επιχειρήσεις τίθενται υπό ισχυρή εποπτεία και οι διοικήσεις τους οφείλουν να υπακούουν σε οικονομικούς στόχους που θα ορίζει το Υπερταμείο.
Τα προγράμματα εξυγίανσης θα υπακούουν σε καθαρά οικονομική λογική, το κοινωνικό στοιχείο θα τείνει να χαθεί και η φιλελεύθερη λογική θα κυριαρχεί κατ’ απόλυτο τρόπο.
Η κυβέρνηση που παλεύει να ελέγξει την ΕΥΔΑΠ, την Τράπεζα Αττικής και τις αστικές συγκοινωνίες προκειμένου να τονίσει το κοινωνικό της προφίλ θα βρεθεί εν μιά νυκτί σε κλοιό νεοφιλελεύθερων στόχων και αντιλήψεων για το κράτος που ακόμη αντιμετωπίζει ως βάση αλλαγής και πολιτικής επικράτησης.
Η ΘΕΜΕΛΙΩΔΗΣ ΑΝΤΙΦΑΣΗ
Παρέμβαση που καταλήγει σε φιάσκο
Ζούμε, θα μπορούσε να πει κανείς, σε απόλυτη παράκρουση.
Μια κυβέρνηση αποτελούμενη από εθνολαϊκές, αριστεροδεξιές κατά βάση δυνάμεις αποδέχθηκε και πασχίζει να εφαρμόσει μείζονες διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που ακόμη και ο κατηγορούμενος επί νεοφιλελευθερισμώ Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα τολμούσε καν να υιοθετήσει, πολλώ δε μάλλον να εφαρμόσει.
Κάπως έτσι όλο αυτό το σχήμα διαρθρωτικής παρέμβασης, παρότι φιλόδοξο και σπουδαίο, κινδυνεύει να καταλήξει σε φιάσκο.
Να εξελιχθεί, δηλαδή, σε καρικατούρα αλλαγής, να συμπιέσει αφόρητα την οικονομία και την κοινωνία και να προκαλέσει πρωτοφανή κύματα αντιδράσεων, αναδεικνύοντας στον μέγιστο βαθμό την αντίφαση πολιτικής καταγωγής και στόχων.
Η βύθιση στην περίπτωση αυτή θα είναι μοναδική καθώς η Αριστερά των εθνικών αγώνων και των θυσιών στην οποία ομνύει ο κ. Τσίπρας θα κινδυνεύσει να καταχωρισθεί στη συνείδηση των ελλήνων πολιτών ως δύναμη παράδοσης και υποτέλειας, σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από τις διακηρυγμένες θέσεις.