Οι Ελληνες βιώνουν μία ατελείωτη φοροκαταιγίδα, η οποία «ροκανίζει» τα πενιχρά εισοδήματά τους!

Η κυβέρνηση επιμένει στην άνιση μεταχείριση των φορολογουμένων

Με τις δημοσκοπήσεις να αποτυπώνουν ξεκάθαρα την οργή των πολιτών για το θέμα της ακρίβειας, εσχάτως έχει ξεκινήσει στον δημόσιο διάλογο η συζήτηση για τη μείωση των φόρων. Αλλωστε, το κυβερνητικό αφήγημα ότι η φορολογία στη χώρα μας κινείται στον μέσο όρο της Ευρώπης έχει σταματήσει να περνά και στον πλέον ευκολόπιστο ψηφοφόρο, καθώς οι μισθοί στην Ελλάδα είναι σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από την υπόλοιπη Ε.Ε., ενώ ο ένας διεθνής οργανισμός μετά τον άλλο κατατάσσουν το ελληνικό διαθέσιμο εισόδημα στις τελευταίες θέσεις της λίστας.

Η ατελείωτη φοροκαταιγίδα που βιώνουν οι πολίτες τα τελευταία χρόνια έρχεται κυρίως μέσω των έμμεσων φόρων, δηλαδή εκείνων που επιβάλλονται οριζόντια σε όλους τους φορολογουμένους. Τέτοιοι φόροι είναι ο ΦΠΑ και οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης, τους οποίους η κυβέρνηση αρνείται πεισματικά να μειώσει για να ελαφρυνθούν πραγματικά οι πολίτες. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν ότι η υψηλή έμμεση φορολογία είναι αποτέλεσμα της ανικανότητας μιας κυβέρνησης να φορολογήσει τα πραγματικά υψηλά εισοδήματα, επιβάλλοντας μεγάλους συντελεστές σε κάθε είδους συναλλαγές για την ενίσχυση των κρατικών εσόδων.

Αδικία

Ωστόσο, περιέχει ένα τεράστιο πλαίσιο αδικίας, καθώς, αν αγοράσει κάποιος ένα ρούχο 15 ευρώ και ένας άλλος 1.500 ευρώ, ο συντελεστής ΦΠΑ παραμένει ίδιος στο 24%. Με αυτό τον τρόπο δεν πλήττονται οι έχοντες, ενώ πληρώνουν τεράστια ποσά σε φόρους οι φτωχότερες τάξεις.

Σύμφωνα με πρόσφατη επιστημονική μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την άνιση κατανομή του φορολογικού βάρους στα νοικοκυριά στην Ελλάδα, η έμμεση φορολογία σε συγκεκριμένες κατηγορίες (στέγαση, είδη διατροφής, καπνός, επικοινωνίες) είναι η πλέον «αντίστροφα προοδευτική». Αντί να κατανέμεται ανάλογα με το πόσο αυξάνεται το εισόδημα, έχει την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση: Τα φτωχότερα νοικοκυριά πληρώνουν πιο «ακριβά» τους έμμεσους φόρους στις συγκεκριμένες κατηγορίες από ό,τι τα πλουσιότερα. Έμμεσοι φόροι σε άλλες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών, όπως τα αυτοκίνητα και τα ταξίδια, θεωρούνται πιο «προοδευτικοί», αφού οι ανώτερες τάξεις ξοδεύουν μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού τους σε αυτά.

Η Ελλάδα κατέχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στους έμμεσους φόρους: Τα έσοδα από ΦΠΑ και ειδικούς φόρους κατανάλωσης ανέρχονται στο 15,4% του ΑΕΠ, όταν, για παράδειγμα, τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος είναι σχεδόν τα μισά ή, διαφορετικά, αποτελούν το 8,1% του ΑΕΠ.

Τα παράλογα χαράτσια, που επιβαρύνουν τους καταναλωτές και τα νοικοκυριά

Στη χώρα μας μάλιστα, για να εισρεύσουν ακόμα περισσότερα έσοδα στα κρατικά ταμεία, προστίθενται έμμεσοι φόροι πάνω σε οτιδήποτε υπάρχει! Τρανό παράδειγμα οι λογαριασμοί ρεύματος, στους οποίους επιβάλλονται διαφορά τέλη (για δήμους, ΕΡΤ κ.τλ.) και ο ΦΠΑ υπολογίζεται στο σύνολο του λογαριασμού!

Είναι χαρακτηριστικό πως σε έναν λογαριασμό ύψους 96 ευρώ, τα 51,7 ευρώ είναι η πραγματική κατανάλωση, τα 17,3 ευρώ διάφορες χρεώσεις (ΕΤΜΕΑΡ, ΥΚΩ κ.ά.), τα 22,8 ευρώ δημοτικά τέλη και ΕΡΤ, και ο ΦΠΑ τα 4,19 ευρώ.

Με βάση τα στοιχεία της Ε.Ε., μόνο η Ουγγαρία, η Κροατία, η Δανία και η Σουηδία έχουν υψηλότερο ΦΠΑ από την Ελλάδα και όλες είναι χώρες εκτός ευρωζώνης. Επί της ουσίας, στη ζώνη του ευρώ η Ελλάδα με τη Φινλανδία κρατάνε τα πρωτεία, με συντελεστή 24%.

Σε ό,τι αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, η Ελλάδα επίσης έχει από τους υψηλότερους συντελεστές. Συγκεκριμένα, στη χώρα μας εφαρμόζεται ο τέταρτος υψηλότερος φόρος κατανάλωσης στη βενζίνη και, ως εκ τούτου, την πληρώνουμε ακριβά. Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το ελάχιστο ύψος που προβλέπεται όσον αφορά τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στη βενζίνη ανέρχεται σε 0,36 ευρώ/λίτρο. Βέβαια, ελάχιστες χώρες έχουν υιοθετήσει τον κατώτατο συντελεστή ΕΦΚ.

Για δημοσιονομικούς λόγους παραμένουν στα ύψη και οι συντελεστές ΦΠΑ στα τρόφιμα, με την κυβέρνηση να αρνείται κατηγορηματικά έστω και την προσωρινή τους μείωση. Οπως άλλωστε έχει αποδείξει έρευνα του ΙΕΛΚΑ, λόγω της ακρίβειας πληρώνουμε έναν μισθό τον χρόνο (1.126 ευρώ) μόνο σε ΦΠΑ για τα βασικά προϊόντα που γεμίζουν το καλάθι του νοικοκυριού.

Η αποκαλυπτική έρευνα του ΟΟΣΑ

Οι στατιστικές εσόδων 2024 δείχνουν ότι ο μέσος όρος του λόγου φόρου προς ΑΕΠ για τις χώρες του ΟΟΣΑ ήταν 33,9% το 2023, 0,1 μονάδα κάτω από το επίπεδό του 2021 και το 2022, πάνω από το προπανδημικό επίπεδο του 33,4% το 2019, αλλά όμοιο με το ποσοστό στο οποίο ήταν όταν η Ελλάδα εισήλθε στην οικονομική κρίση. Για την Ελλάδα ο λόγος φόρου προς ΑΕΠ μειώθηκε το 2023 στο 39,8%, το 10ό υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, από 41,2% το 2023.

Το προηγούμενο έτος τα έσοδα από εμμέσους φόρους, δηλαδή από αγαθά και υπηρεσίες, ανήλθαν στο 40,1% του συνόλου των εσόδων στην Ελλάδα, από 43,3% που ήταν το 2022, με τη χώρα μας να βρίσκεται στην τρίτη υψηλότερη θέση, μετά τη Λετονία (42%) και την Ουγγαρία (45,7%), σε αναλογία έμμεσων φόρων ως ποσοστό του ΑΕΠ. Παρά τη μείωση που σημειώθηκε, η Ελλάδα απέχει σημαντικά από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, που ανερχόταν στο 31,5% το 2022.

olympia.gr

 

Δείτε περισσότερα

Related Articles

One Comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button