Ρισκάρoυν να μπει ΛΟΥΚΕΤΟ στις Τράπεζες!Θριλερ με τις καταθεσεις
Aπό παντού μπάζει το καράβι του συστήματος και η κυβέρνηση τραβάει το χαλί σε τράπεζες και οικονομία.
Η αύξηση του ορίου του ELA είναι ένα από τα συμπτώματα του προβλήματος καθώς οι τράπεζες υφίστανται πιέσεις στη ρευστότητα. Οι καταθέσεις μειώνονται καθώς εξαντλούνται τα όρια αποστολής εμβασμάτων στο εξωτερικό αλλά κυρίως γιατί οι ίδιοι οι ιδιώτες και οι επιχειρήσεις εξαντλούν τις ικανότητες πληρωμής φόρων.
Γράφει η Gillian Rothschild
Το Δημόσιο στραγγίζει και το ίδιο τα αποθέματα ρευστότητας της αγοράς. Συγκρατεί τις δαπάνες οδηγώντας στη δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών, αλλά και επιχειρεί να αντλήσει έσοδα και ρευστότητα με κάθε δυνατό τρόπο, σε μια προσπάθεια να διασφαλιστούν οι ανάγκες του σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις τραβήξουν σε μάκρος και δεν υπάρξει εκταμίευσης δόσης. Με αυτό τον τρόπο, όμως, εξαντλεί τις αντοχές της αγοράς, θυσιάζοντας τις όποιες πιθανότητες ανάπτυξης της οικονομίας.
Από τις αρχές του χρόνου έχουν δημιουργηθεί νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου σε ιδιώτες ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ, ενώ υπάρχουν περιθώρια να αυξηθεί το ποσό αυτό περαιτέρω κατά 1 δισ. ευρώ έως τον Ιούνιο. Τα τελευταία επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών έδειχναν ότι τον Ιανουάριο οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου είχαν αυξηθεί κατά περίπου 300 εκατ. ευρώ, φθάνοντας τα 3,6 δισ. ευρώ.
Τους τελευταίους μήνες του 2016 είχε σημειωθεί υποχώρηση των ληξιπρόθεσμων, καθώς το ελληνικό Δημόσιο εισέπραξε τη δόση της πρώτης αξιολόγησης, ένα σημαντικό μέρος της οποίας, 1,7 δισ. ευρώ, προοριζόταν για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών του. Τον Ιανουάριο, όμως, πληρώθηκαν μόνο 78 εκατ. ευρώ ληξιπρόθεσμες οφειλές,σύμφωνα με τα τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Εκτιμάται δε, ότι υπάρχει περιθώριο αύξησης και των repos κατά 3 δισ. ευρώ, επιπλέον των 11 δισ. ευρώ των ήδη υφιστάμενων, έτσι ώστε το συνολικό ποσό να φτάσει τα 14 δισ. ευρώ.
Συνολικά το Δημόσιο έχει περιθώρια να ενισχύσει τη ρευστότητά του, εφόσον χρειαστεί, κατά 4 δισ. ευρώ, δηλαδή 3 δισ. ευρώ από repos και 1 δισ. ευρώ από δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών το επόμενο διάστημα, προκειμένου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Το κρίσιμο σημείο είναι ο Ιούλιος, οπότε και το Δημόσιο θα κληθεί να πληρώσει συνολικά 7,4 δισ. ευρώ σε ομόλογα και τόκους. Πολλοί εκτιμούν ότι για το λόγο αυτό ο Ιούνιος θεωρείται ορόσημο για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ώστε να μπορέσει να γίνει στη συνέχεια η εκταμίευση και να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του το Δημόσιο.
Εάν η κυβέρνηση εξαντλήσει τα περιθώρια, δεν αποκλείεται το Δημόσιο να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του και χωρίς τη δόση. Στην περίπτωση μάλιστα που επιδιώκει να «στεγνώσει» εντελώς την αγορά, η ρευστότητα θα μπορούσε να φτάσει για την κάλυψη των αναγκών έως το τέλος του χρόνου.
Οι προσπάθειες της κυβέρνησης δείχνουν ότι έχει τέτοιες προθέσεις και βασικός λόγος για τον οποίο ασκήθηκε πίεση στον αναπληρωτή υπουργό Υγείας Παύλο Πολάκη να κλείσει την εκκρεμότητα με το ΕΚΑΒ για τη μεταβίβαση των περιφερειακών αεροδρομίων στη Fraport ήταν ακριβώς η επείγουσα ανάγκη είσπραξης του τιμήματος του 1,2 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι κατά το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου, οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού ήταν μειωμένες κατά 836 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου.
Η τακτική αυτή του Δημοσίου, ωστόσο, επιφέρει βαρύ κόστος στην οικονομία: η ρευστότητα που αντλείται για να καλύψει ενδεχόμενη μεγάλη καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις αφαιρείται από τις επιχειρήσεις, τους προμηθευτές του Δημοσίου και άρα από την ανάπτυξη της οικονομίας. Αντίστοιχα, οι συμφωνίες επαναγοράς (repos) με φορείς του Δημοσίου λειτουργούν και εις βάρος των τραπεζών, από όπου αποσύρονται καταθέσεις των φορέων.
Επομένως, ακόμη κι αν μπορέσει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του το Δημόσιο χωρίς δόση, το κόστος θα είναι τόσο μεγάλο που το πρόγραμμα θα εκτροχιαστεί, αφού βασίζεται σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις για ρυθμό ανάπτυξης 2,7%.
Υπό αυτές τις συνθήκες από το τραπεζικό σύστημα χάθηκε ρευστότητα ύψους 4 δισ. ευρώ στο ξεκίνημα του 2017. Το σύνολο των καταθέσεων γενικής κυβέρνησης, επιχειρήσεων και νοικοκυριών, από το επίπεδο των 132 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016 έχει υποχωρήσει στο επίπεδο των 128 δισ. ευρώ, εξαιτίας των καθυστερήσεων στην αξιολόγηση και της ανησυχίας για το ενδεχόμενο νέου εκτροχιασμού της οικονομίας.
Ουσιαστικά έχει χαθεί το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων που είχαν επιστρέψει στο τραπεζικό σύστημα το 2016 ενώ περίπου 4 δις.ευρώ νέο χρήμα που δεν υπόκειται σε όλους τους περιορισμούς μπορεί να βρεθεί πιο γρήγορα εκτός τραπεζών.
Η αύξηση των καταθέσεων ξεκίνησε τον Μάιο του 2016 (αφού προηγήθηκε ένα πολύ άσχημο πρώτο τρίμηνο εξαιτίας της αβεβαιότητας για την πρώτη αξιολόγηση) μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και ενισχύθηκε στο τέλος του έτους όταν παγιώθηκε η εκτίμηση ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα ολοκληρωνόταν τον περασμένο Δεκέμβριο ή το αργότερο στα μέσα Ιανουαρίου 2017. Σημειώνεται ότι το 2016 οι καταθέσεις νοικοκυριών – επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 4,2 δισ. ευρώ ενώ κατά 1,4 δισ. ευρώ αυξήθηκαν οι καταθέσεις της γενικής κυβέρνησης.
Αν και ένα μεγάλο μέρος της αύξησης των καταθέσεων τον Δεκέμβριο οφειλόταν σε εποχικούς λόγους (πίστωση αγροτικών επιδοτήσεων, κλείσιμο ισολογισμών επιχειρήσεων κ.ά.) και ήταν αναμενόμενη μια «διορθωτική» υποχώρηση, ωστόσο η εικόνα που διαμορφώνεται μετά το πρώτο 15νθήμερο του Ιανουαρίου θυμίζει… 2015.
Η διάψευση των ισχυρών προσδοκιών που είχαν διαμορφωθεί στο τέλος του 2016, για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και η ολοένα και αυξανόμενη ανησυχία ότι η κυβέρνηση πελαγοδρομώντας μπορεί να σύρει τις «διαπραγματεύσεις» μέχρι το καλοκαίρι με κίνδυνο ένα νέο αδιέξοδο, ανέτρεψαν βίαια το θετικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί.
koyrdisto p